Στην Άνω Ιερουσαλήμ, με συνοδοιπόρο τον Χρίστο...

Αγαπητοί μου αδελφοί, εισερχόμενοι στην Αγία και Μεγάλη Εβδομάδα των Αχράντων Παθών του Κυρίου μας, που φέτος είναι όντως πολύ μεγάλη, γιατί, όπως λέει και το τραγούδι, περνούν οι νύχτες, τα δευτερόλεπτα βαριά στους λεπτοδείκτες, λόγω του εγκλεισμού μας στα σπίτια μας για αρκετό καιρό. Ήδη , από την υμνολογία ακούμε ότι Κάποιος επείγεται, Κάποιος αγρυπνεί, Κάποιος τρέχει δίπλα μας και μας αγάπα κι ας μην μπορούμε να το καταλάβουμε, σε όλη αυτήν την παράξενη κατάσταση που ζούμε. Κάποιου γίνεται «ο ιδρώς αυτού ωσεί θρόμβοι αίματος καταβαινοντος επι την γην» από την αγωνία. Αυτός λοιπόν είναι ο Χριστός μας που επείγεται του σώσαι τον άνθρωπον.

Σήμερα γίνεται μία αλλαγή σε αυτήν την πρωτόγνωρη καθημερινότητα που ζούμε. Η Δευτέρα που έρχεται δεν είναι απλά η δέκατη πέμπτη Δευτέρα αυτού του έτους, είναι η Αγία και Μεγάλη, η πρώτη ημέρα της Μεγάλης Εβδομάδας που ανατέλλει τω κόσμω μαζί με τα σεπτά Πάθη που λειτουργούν σαν σωστικά φώτα, σαν φάρος δηλαδή, που μας δείχνουν μία πορεία στην τρικυμία του πέλαγος που διαπλέουμε στην παρούσα ζωή. Όλες αυτές τις μέρες του εγκλεισμού φροντίσαμε να καθαρίσουμε το σπίτι μας, μέχρι και τα πιο κρυφά σημεία ξανά και ξανά, βρήκαμε αντικείμενα και σχέσεις που χρόνια είχαμε χάσει να υπάρχουν αναγκεμένες γύρω μας για ενδιαφέρον και στοργή. Οι γονείς ξανασυστήθηκαν με τα παιδιά τους, οι σύζυγοι μεταξύ τους, οι φιλίες και κάθε είδους σχέσεις πέρασαν από κόσκινο, η σκόνη έγινε είδος προς εξαφάνιση πια σε αντικείμενα και συναισθήματα, ξεκαθαρίσαμε ντουλάπια ντουλάπες και σχέσεις. Μέσα στα στενά όρια του σπιτιού μας θέσαμε πιο στενά όρια σε αυτούς που ζουν μαζί μας, αναλύσαμε κάθε πτυχή κάθε σχέσης, αποστειρώσαμε συναισθήματα και πράξεις και τα περάσαμε από το «αλάνθαστο» φίλτρο που ονομάζουμε δικαίωμα, γιατί όταν όλα γύρω αλλάζουν δυσκολευόμαστε να προσαρμοστούμε και να σηκώσουμε το βάρος των ευθυνών μας και ο θύμος βγαίνει αυτόματα, συνήθως σαν άμυνα για την «προστασία» μας . Η υπομονή μας ήταν το πρώτο που εξαντλήθηκε γιατί ήταν και το μόνο που δεν φροντίσαμε να έχουμε σε αποθέματα, ίσως να μην καταλάβαμε ότι η υπομονή είναι το αντισηπτικό της ψυχής και μας προστατεύει από πλήθος εσωτερικών ασθενειών και αποτρέπει την μετάδοση της οργής, του θυμού και άλλων πανδημικά ψυχοφθόρων συμπεριφορών.

Και τώρα που αξιωνόμαστε να μπούμε στην Μεγάλη Εβδομάδα πρέπει να αναλογιστούμε φέτος που έχουμε περισσότερο χρόνο στην διάθεση μας, τι μας συμβουλεύουν οι πατέρες να κάνουμε για να ανεβούμε και εμείς στα Ιεροσόλυμα μαζί με τον Χριστό. Στα στιχηρά του όρθρου της μεγάλης Δευτέρας ο υμνωδός μας προτρέπει να συμπορευθούμε με τον Χριστό, μας προτρέπει δηλαδή για πορεία, η πορεία δεν είναι στιγμιαία υπόθεση, δεν περιορίζεται σε χρονικά πλαίσια, έχει μόνο αρχή και άγνωστο χρονικά τέλος, το τέλος ορίζεται στη στιγμή που γίνεται η άφιξη στον προορισμό, εν προκειμένω στην Άνω Ιερουσαλήμ, με συνοδοιπόρο τον Χρίστο. Η αρχή είναι προσωπική υπόθεση και είναι επιλογή μας αν θα ακολουθήσουμε δηλαδή τους όρους, που αναπόφευκτα προκύπτουν σε κάθε πορεία που επιχειρούμε, είναι προσωπική η απόφαση αν θέλω να βρεθώ κοντά του συνοδοιπόρος στον δρόμο του μαρτυρίου, γιατί για αυτόν τον δρόμο δεν έχουμε προπονηθεί και αν επιθυμούσαμε να ξεκινήσουμε πάντα «το ζεύγος των βοών» και ο «καινούριος αγρός», όπως απήντησαν οι κλητοί στο δείπνο του ευαγγελίου, μας βάζουν να πατούμε αναβολή στην πνευματική μας αφύπνιση. 

Οι όροι και τα όρια σε κάθε ταξίδι δεν μπαίνουν από εμάς, όμως για την δική μας άνεση και ασφάλεια ορίζονται από ανθρώπους που έχουν γνώση, και εάν για ένα ταξίδι στα πεπερασμένα όρια αυτού του αισθητού κόσμου ζητούμε από έμπειρους ταξιδιωτικούς πράκτορες και ασφαλείς οδηγούς την συμβουλή τους, πόσο μάλλον για το ταξίδι της ψυχής που άπτεται σε παντελώς άγνωστους πνευματικούς τόπους δεν θα ψάξουμε να βρούμε τους καλυτέρους οδηγούς που θα μας εξηγήσουν το κάθε τι που χρειαζόμαστε για να έχουμε μια ασφαλή πορεία και να μην πλανηθούμε από δύσβατα και καμιά φορά αδιέξοδα μονοπάτια; Εδώ τα πράγματα είναι πιο απλά γιατί οι οδηγοί που πρέπει να επιλέξουμε να ακολουθήσουμε έχουν μια ανώτερη διάκριση που τους καθιστά αξιόπιστους καθοδηγητές για την ζωή μας. Η πιστοποίηση τους έχει δοθεί από το ότι όχι μόνο έφτασαν στον προορισμό αλλά η πορεία τους είναι αξιομίμητη και για αυτό έχουν αναγνωριστεί ως Άγιοι από το πλήρωμα της εκκλησίας. Ξεκινώντας λοιπόν το ταξίδι για την άνω Ιερουσαλήμ οι πατέρες μας λένε ότι προαπαιτούμενο για να γίνει ένα τέτοιο ταξίδι είναι να έχουμε καθαρίσει το μυαλό μας και να νεκρώσουμε την επιθυμία μας για του βίου τις ηδονές, τα πολλά βάρη θα κάνουν την οδοιπορία δύσκολη και εάν οι βιοτικές μέριμνες μας πνίξουν ίσως και να την κάνουν ακατόρθωτη, έτσι όταν θα είναι δυνατόν αργότερα, μιας και υπάρχει τώρα περιορισμός, να σπεύσουμε να απαλλαγούμε από τα περιττά φορτία στο πετραχήλι του πνευματικού μας.

Φέτος δυστυχώς οι ναοί θα είναι κλειστοί! Μήπως όμως και οι ψυχές μας τόσα χρόνια ήταν κλειστές και τώρα που άλλαξαν τα δεδομένα αυτό να γίνεται πιο εμφανές; Μήπως δεν ακολουθούσαμε τόσα χρόνια την πορεία του Χριστού προς το πάθος; Απλά εθιμοτυπικά πηγαίναμε στην εκκλησιά όχι για να συμπορευτούμε μαζί του αλλά για το καλό, για γούρι δηλαδή, μήπως η παρουσία μας στον ναό ήταν απλά σωματική και μόνο και δεν γεννούσε σχέση με τον Θεό; Γιατί στον ναό πάμε όχι από υποχρέωση να δούμε τον πάσχοντα Θεό, όπως έναν γείτονα στο νοσοκομείο που έχουμε απλά κάποια κοινωνική υποχρέωση να τον επισκεφτούμε, αλλά πάμε για να αναπτύξουμε σχέση με τον «δια την ημετέρα σωτηρία εμπτυσμούς και μάστιγας και κολαφισμούς και σταυρόν και θάνατον υπομένοντα» Χριστό, τον αληθινό Θεό. Για αυτό φέτος που δεν επιτρέπεται να βρεθούμε στον ναό και να προσευχηθούμε μαζί με άλλους αδελφούς, ας προσπαθήσουμε να κάνουμε κάτι πιο δύσκολο αλλά ουσιαστικό, να προσευχηθούμε από το σπίτι, πιο δυνατά από κάθε άλλη χρόνια και θα δούμε πόσο πολύ θα ωφεληθούμε.

Η προσευχή, όπως όμορφα γράφει η κυρία Μουρζά, μπορεί να μας δώσει δωρεάν μηνύματα, δωρεάν κλήσεις προς όλα τα δίκτυα της Θριαμβεύουσας Εκκλησίας χωρίς καμία χρέωση. Ο γέροντάς Ευμένιος ο Σαριδάκης συμβούλευε θα ξεκινήσουμε να έχουμε κρυφή πολιτεία, αφού δηλαδή εισέλθουμε στο ταμείο μας με συστολή για την αναξιότητα,ταπεινά θα αρχίσουμε να συνδιαλεγόμαστε προσευχητικά με τον Θεό γιατι η προσευχή δεν είναι μονόλογος, ο Θεός πάντα απαντά στην ψυχή που του απευθύνει μια ερώτηση ή μια δέηση. Απλά η ένταση της φωνής του άπτεται στην εμπιστοσύνη που του δείχνουμε. Έτσι σιγανά και ταπεινά τα βήματα που θα ξεκινήσουν από αυτήν την γη θα γίνουν εφαλτήρια για τον ουρανό. Ας μην βάλουμε πρόφαση τι να του πω ή πώς να το πω. Ο Θεός θα μας ακούσει, θα «κλείνει το ους του» σε κάθε μας λέξη. Άλλωστε τα πάντα γνωρίζει,δεν περιμένει να ακούσει κάτι τέλειο, κάτι καινούριο, κάτι που θα τον εντυπωσιάσει, το μόνο που περιμένει να δει είναι η επιστροφή μας, όπως του ασώτου υιού που, πριν καν φτάσει, πριν καν του πει «πάτερ ήμαρτον εις τον ουρανό και ενώπιων σου», τον ανακαινίζει και του φέρνει ξανά τα προπτωτικά του ενδύματα και δεν τον ονομάζει δούλο αλλά του ξαναδίνει χώρο στην πατρική του οικία χωρίς καν να εξετάσει πού ήταν τον καιρό της αποστασίας γιατί, όπως λέει σε ένα ποίημα της η Μαρία Μουρζά, «η εκκλησία είναι μάνα κι όταν γυρίζουμε σ΄αυτήν, δε ρωτάει να μάθει τι κάναμε, αλλά μας κοιτάει στα μάτια να δει τι πάθαμε… πόσα συντρίμμια γίναμε…»

Ιεροδιάκονος Πορφύριος Κουδουμιανός